Μέσα του 1970. Ο Παύλος είχε γνωρίσει την Κάθυ για την οποία είχε βγάλει και το ομώνυμο τραγούδι “Στην Κ.“. Μια κοπέλα με την οποία είχε μια μικρή αλλά έντονη σχέση απο οτι αποδείχτηκε. Άλλωστε ο Παύλος ζούσε μέσα απο τις σχέσεις παίρνοντας έμπνευση απο αυτές. Πάντα έπαιζαν καταλυτικό ρόλο οι γυναίκες στη ζωή του, απο τη μητέρα του που υπεραγαπούσε μέχρι και τις σχέσεις που είχε.

Χωρίζοντας απο την Κ. γοητεύτηκε απο μια συμμαθήτρια της την Γιόλα Αναγνωστοπούλου. Η Γιόλα ήταν αρκετό καιρό πρίν ερωτευμένη με τον Παύλο. Όταν έμαθε οτι χώρισε απο την Κάθυ, πήγε να τον δεί σε ένα live στο Κύτταρο που έπαιζε τότε. Δε του μίλησε αλλά φεύγοντας, άφησε ένα φάκελο στον πορτιέρη του μαγαζιού με τις σκέψεις της που είχε γράψει για τον Παύλο και εκείνος το παρέδωσε σε εκείνον. Δεν περίμενε μάλιστα καμία ανταπόκριση απο τον Παύλο παρόλα αυτά την πήρε τηλέφωνο. Όταν ξεκίνησαν όμως τη σχέση τους, προσπάθησε μέσα της να συγκρατήσει τον εαυτό της απο το να τον αγαπήσει. Προσπάθησε να κρατήσει μόνο στο σέξ στη σχέση τους για να μην δεθεί περισσότερο. Εξάλλου, ήταν μια κοπέλα με πολλές ανασφάλειες και φοβίες. Το άκρως αντίθετο του Παύλου δηλαδή. Η Γιόλα ήταν πιστή σε αυτόν αλλά ο Παύλος ήταν “αμοραλ” οπότε και “άπιστος” απέναντί της. Το «άπιστος» σε εισαγωγικά καθώς ήταν ξεκαθαρισμένες οι θέσεις απο την αρχή. Τότε η Γιόλα ήταν περίπου 22 χρονών και ο Παύλος λίγο πρίν τα 30. Γνωρίζοντουσαν όμως απο μικρά καθώς οι οικογένειες τους μένανε κοντά η μια στην άλλη στα Πατήσια.

Και ήρθε η ώρα που η Γιόλα έπρεπε να φύγει για σπουδές στο Παρίσι και έπρεπε να το ανακοινώσει στον Παύλο. Έφτασε εκείνος σπίτι της, του είπε οτι φεύγει την επόμενη μέρα και ο Παύλος προσπάθησε να την μεταπείσει. Εκείνη το πήγε ακόμα παραπέρα λέγοντας του οτι χωρίζουν. Δυνατή σφαλιάρα για τον Παύλο που τότε καταλάβαινε πόσο πολύ την ήθελε. Η Γιόλα έφυγε και ο Παύλος έμεινε στις μαύρες του και τη σκέψη της. Είχαν βέβαια έναν ενδιάμεσο και έτσι θα μπορούσε να της στέλνει γράμματα. Μάλιστα, ηχογράφησε και μια κασσέτα για εκείνη που της έστειλε κιόλας. Εκείνη την μέρα που του ανακοίνωσε το τέλος ο Παύλος έγραψε το “Μού πες θα φύγω“. Τους στίχους μόνο και τους έβαλε στο συρτάρι. Η μουσική και η παραγωγή του τραγουδιού έγινε αρκετά χρόνια αργότερα.

Στο μεταξύ για την ιστορία, ο Παύλος με την Γιόλα τα ξαναβρήκανε και είχαν μια μοιραία σχέση αρρηκτα συνδεδεμενη με το ταξίδι τους στο κόσμο της ηρωινης. Λέγεται μάλιστα οτι η ίδια η Γιόλα έβαλε τον Παύλο στην ηρωίνη για να “τον κρατήσει”. Η ηρωίνη είναι και ο λόγος που χωρίσανε το 1980 και η αιτία που έφυγε και ο Παύλος. Όχι απο ανάγκη να την πάρει αλλά απο επιλογή. Του είχε αχρηστέψει το ένα χέρι οπότε ένιωθε ανίκανος να δημιουργήσει με την κιθάρα του η να πάρει αγκαλιά την Ελένη Φιλίνη που είχαν σχέση τότε. Το είχε πεί εξάλλου: “Αν θες να με σκοτώσεις πάρε μου το rock n roll“.

Έτσι – αφού εξαφανίστηκε μια περίοδο – πέρασε, είδε και χαιρέτησε έναν έναν τους φίλους του περνώντας το μήνυμα “είμαι καλά πλέον…δεν είμαι εξαρτημένος“. Τότε, ένα βραδάκι μετά απο μια επίσκεψη σε ένα μπάρ πίσω απο το Χίλτον, επισκέφθηκε μια φίλη του στο Νέο Κόσμο όπου πήρε τη τελευταία του δόση απο επιλογή και “έφυγε”… που λέει ο λόγος δηλαδή γιατί τέτοιοι άνθρωποι δεν φεύγουν ποτέ στην ουσία.

Το κείμενο έγραψε ο Άγγελος Πλουμίδης.

Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για την σχέση Παύλου – Γιόλας, ανατρέξτε στο βιβλίο του Μανώλη Νταλούκα με τίτλο “Το βιβλίο των ηρώων του τρόμου”.