Η διαδρομή στα Εξάρχεια είναι πάντα απολαυστική, ειδικά όταν έχεις για  προορισμό δροσερό καφέ και κουβεντούλα με τους Modrec.

Οι Μodrec σχηματίστηκαν το 2001 από τον Δημήτρη Αρώνη (κιθάρα,φωνή), Κώστα Χαλιώτη (τύμπανα) και τον Λάμπη Κουντουρόγιαννη (κιθάρα,φωνή) ενώ το 2005 προστέθηκε στη μπάντα και ο Γιώργος Μπουλντής (μπάσο). Έχουν πραγματοποιήσει πολλές live εμφανίσεις στις περισσότερες μουσικές σκηνές της Αθήνας όπως και σε άλλες πόλεις. Τραγούδια των modrec υπάρχουν σε releases της Spinalonga, της Tobruk/Ektopia και της SonicPlayground. Το Μάρτιο του 2008 κυκλοφόρησε το πρώτο full length album τους με τίτλο “ArtNaive” του οποίου η παραγωγή έγινε από τους ίδιους τους modrec και τον Ottomo. Οι ηχογραφήσεις πραγματοποιήθηκαν στα Fabliquid Studios το 2007, τις μίξεις ανέλαβε ο Alex Newport στο Metropolitan Sound της Νέας Υόρκης και το mastering o Jeff Lipton στο Peerless Mastering της Βοστώνης.

Με αυτό το βιογραφικό στα χέρια βερέθηκα απέναντι από τους Λάμπη (ο οποίος έφυγε κάποια στιγμή λόγω δουλειάς), Κώστα και Γιώργο, έτοιμη για κουβέντα-συνέντευξη την οποία μπορείτε να διαβάσετε πιο κάτω.

Οι Modrec εμφανίζονται στην Ελληνική σκηνή αρκετά χρόνια. Παρ’ όλα αυτά έχουν υπάρξει διάφορες ανακατατάξεις στην σύνθεση και όχι μόνο. Πώς ξεκίνησε η πορεία σας;

Λάμπης: Ουσιαστικά οι Modrec ξεκίνησαν ως No Pulse το 1999 με 2000, τρίο τότε. Μετά ήρθε ο Δημήτρης και γίναμε Modified Recovery. Ύστερα από διάφορες ανακατατάξεις, κυρίως με τους μπασίστες είχαμε πρόβλημα, ήρθε ο Γιώργος στην μπάντα γύρω στο 2004, ενώ 1 χρόνο πριν είχαμε μετατρέψει το όνομά της σε Modrec (Modified Recovery), μία ιδέα του Δημήτρη, για να είναι μία λέξη, πιο εύκολη και πιο εύκολο για τους γραφίστες, οι οποίοι έκαναν μόνιμα λάθος στις αφίσες.

Παρ’ όλα τα χρόνια που παίζετε, η ολοκληρωμένη δουλειά από εσάς άργησε πολύ να κυκλοφορήσει, μόλις το 2008. Γιατί υπήρξε τέτοια καθυστέρηση;

Λάμπης: Είχαμε γράψει το 2004 ένα demo, χωρίς το Γιώργο τότε, 4 tracks demo. Είχε πάει καλά για την εποχή του.

Κώστας: Είχαν μπει και δύο κομμάτια σε δύο συλλογές.

Λάμπης: Είχε γίνει και ένα ωραίο live στο Gagarin τότε. Και σιγά σιγά αρχίσαμε να το ψάχνουμε για να ηχογραφήσουμε όλο το υλικό. Αυτό το σιγά σιγά μας πήρε γύρω στα 4 χρόνια. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήμασταν 4 χρόνια σε ένα studio και γράφαμε. Απλά έπρεπε να βρούμε τον κατάλληλο χώρο, το κατάλληλο timing, τα κατάλληλα άτομα-συνεργάτες και να αποκτήσουμε μία σχετική τριβή μεταξύ μας.

Είστε από τις μπάντες που έχουν βγει στο εξωτερικό, πιο συγκεκριμένα στην Αγγλία για δύο συναυλίες. Πώς προέκυψε αυτό και πόσο δύσκολο ήταν να φτάσετε μέχρι εκεί;

Κώστας: Μόνοι μας το κυνηγήσαμε. Γενικά δεν είναι δύσκολο να κλείσεις live σε κάποιο venue της Αγγλίας. Εμείς το κλείσαμε μέσω ενός φίλου, του Θοδωρή Σουρβίνου (φωνή-κιθάρα στους Μαύρο Κόκκινο και x- Jackie Breaks). Επίσης είχαμε στείλει 2 κομμάτια μέσω internet σε ένα άλλο club-live χώρο, λίγο πιο έξω από το Λονδίνο, αλλά δεν βόλευαν οι ημερομηνίες και τελικά δεν παίξαμε εκεί.

Λάμπης: Η μόνη δυσκολία που εγώ εντόπισα είναι το οικονομικό του πράγματος, που προφανώς αν δεν έχεις κλείσει live στο οποίο θα πληρωθείς, θα πρέπει να τα βάλεις όλα από την τσέπη σου. Αυτή ήταν η μόνη δυσκολία. Δηλαδή αν είναι να πας για 2 lives, να μην πληρωθείς και να μην δουλέψεις κάπου εκεί, είναι λίγο δύσκολο.

Πιστεύετε ότι στην Ελλάδα υπάρχει γόνιμο έδαφος για καλλιτέχνες όπως εσείς;

Κώστας: Γόνιμο έδαφος υπάρχει, αλλά είναι περιορισμένο και κάπως εξαντλημένο.

Λάμπης: Υπάρχει ένα παράξενο πράγμα με την Ελλάδα. Υπάρχει κόσμος, βάσει αναλογίας που ασχολείται με εναλλακτικές μουσικές, το μεγαλύτερο ποσοστό του οποίου βρίσκεται στην Αθήνα, αλλά για κάποιον λόγο δεν προωθείται καλά το όλο πράγμα, γι’αυτό και βλέπεις μικρή προσέλευση κόσμου σε lives ενώ αντιθέτως υπάρχει κόσμος που ακούει.

Κώστας: Πάντως τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχει αρχίσει να γίνεται πιο επαγγελματικός ο τρόπος που δουλεύουν οι μπάντες. Παλαιότερα, όταν αρχίσαμε κι εμείς κι άλλες μπάντες που βλέπουμε και συνεχίζουν, το πράγμα ήταν πιο χομπίστικο. Κάποιοι το κράτησαν έτσι (χομπίστικο), κάποιοι όχι, κάποιοι δεν το συνέχισαν καθόλου. Έξω επειδή το είδος είναι δουλεμένο περισσότερα χρόνια και οι συνθήκες είναι πιο σωστές, οι μπάντες δουλεύουν με περισσότερο επαγγελματισμό.

Διαβάζοντας το προφίλ σας στο myspace, παρατήρησα ότι χαρακτηρίζετε την μουσική σας ως μία “μίξη συνθέσεων, μουσικών soundscapes και λυρισμού μέσα σε ένα μπλε φόντο”. Είναι λίγο αφηρημένη προσέγγιση όσον αφορά το τί παίζετε και μπορεί να μπερδέψει κάποιους. Για ποιο λόγο χρησιμοποιήσατε αυτόν τον τρόπο για να χαρακτηρίσετε αυτό που παίζετε;

Κώστας: Είναι ένας πιο αφαιρετικός τρόπος για να χαρακτηρίσεις κάτι μουσικό.

Γιώργος: Όπως για παράδειγμα στην λογοτεχνία και την ποίηση, άλλο πράγμα θέλει να πει ο καλλιτέχνης παρ’ όλα αυτά ο καθένας αυτό το αναλύει ανάλογα με τα δικά του βιώματα παίρνοντας τελικά κάτι διαφορετικό.

Από πού αντλείτε επιρροές, οι οποίες εμμέσως βοηθούν στο αποτέλεσμα Modrec;

Λάμπης: Ο στρατός!(γέλια) Οτιδήποτε κι αν κάνουμε κάπως μας επηρεάζει. Μέχρι και οι ρυθμοί της πόλης σε επηρεάζουν, τα πάντα, τα κοάλα. (γέλια)

Κώστας: Όλοι μας με 90s μεγαλώσαμε κι από ένα σημείο και μετά άρχισε το πεδίο να διευρύνεται σε διάφορα είδη και εποχές.

Λάμπης: Λίγο πολύ όλοι μας και οι τέσσερεις Modrec  μπορούμε να ακούσουμε και να επηρεαστούμε από κλασική μουσική, μέχρι ακραίο metal και από fusion jazz μέχρι πειραματική ηλεκτρονική και ethnic. Δηλαδή όλες οι μουσικές έχουν κάτι να σου πούνε.

Ελληνική σκηνή ακούτε κι αν ναι, υπάρχουν μπάντες ή καλλιτέχνες που ξεχωρίζετε;

Κώστας: Θα αναφωνήσουμε όλοι Τρύπες, θα προσκυνήσουμε εκεί, αν μιλήσουμε για Ελληνικό ροκ, ελληνόφωνο.

Λάμπης: Κι άλλες μπάντες όπως Closer, Ziggy Was, Bocomolech από τα 90ς και μπάντες μεταγενέστερες που υπάρχουν μέχρι σήμερα όπως Misuse, Sugah Galore, Plus Dots κ. ά. Γενικά υπάρχει υλικό και αυτό βοηθάει στο να γίνεται το Modrec  πιο γεμάτο, να ανανεώνεται.

Κώστας: Βγαίνουν συνέχεια πολύ ωραία πράγματα. Δηλαδή κάποιες φωνές που λένε ότι τώρα πλέον η ροκ δε βγάζει πράγματα, δεν νομίζω ότι ισχύει.

Θέλω να περάσουμε στο debut album σας, “Art Naive”. Ο τίτλος κατά κάποιο τρόπο φέρνει στο μυαλό του αναγνώστη-ακροατή μία αθωώτητα και μία αφέλεια της τέχνης, πέρα από την εμπορική χροιά που της αποδίδουμε. Με την επιλογή των δύο αυτών λέξεων θέλετε να εκφράσετε κάτι τέτοιο ή είναι απλά θέμα αισθητικής ή ακόμα και τυχαίο;

Κώστας: Μάλλον εξέφραζε μ’ έναν ωραίο και ταιριαστό τρόπο αυτό που κάνουμε αυτά τα χρόνια. Το “Art” δεν το βάλαμε για να δείξουμε ότι εμείς κάνουμε τέχνη και διαφέρουμε σ’ αυτόν τον τομέα από κάποιον άλλο καλλιτέχνη. Το χρησιμοποιούμε κυρίως μεταφορικά. Δηλαδή ότι αυτό που κάνουμε έχει μία αισθητική πολυσυλλεκτική από διάφορα είδη μουσικής. Δεν νομίζω ότι μπορεί κάποιος να πει ότι παίζουμε ξερό ροκ ή rock ‘n roll ή κάτι τέτοιο. Και το “Naive” είναι επειδή δεν είχαμε κάποιο απόλυτο σχέδιο στο μυαλό μας σχετικά με το τί θα παίξουμε. Καθένας όπως ωρίμαζε μουσικά, καλλιεργούσε μουσικά την προσωπικότητά του και εκφραζόταν αβίαστα χωρίς κάποιο πλαίσιο, κάτι το οποίο μπορεί να θεωρηθεί και αφελές. Εν τω μεταξεί, πριν από 7 χρόνια οι μουσικές μας γνώσεις και η τεχνική μας ήταν σ’ ένα άλλο επίπεδο πιο εφηβικό, έτσι κόλλησε και ο ορισμός. Αυτό που κάνουμε βγαίνει αυθόρμητα και μέχρι τώρα μας γεμίζει απόλυτα. Είναι αυτό που θέλουμε να κάνουμε, σ’αυτό πιστεύουμε και αυτό θα κάνουμε. Υπάρχει πολύ αγάπη γι’ αυτήν την μπάντα που λέγεται Modrec.

Γιώργος: Σίγουρα η επιλογή του τίτλου δεν ήταν τυχαία. Το “Art Naive” είναι η τέχνη που προσπαθούμε να κάνουμε, στην οποία δε βάζουμε φραγμούς και ίσως με τα σημερινά δεδομένα αυτό να είναι και αφελές τελικά. Το οικονιμικό εννοείται δεν ήταν αυτοσκοπός μας. Δηλαδή δεν ξεκινήσαμε να γράφουμε το δίσκο με σκοπό να πουλήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα αντίτυπα. Αλλά από την άλλη δεν ξέρω κατά πόσο ένας καλλιτέχνης θα μπορεί να πληρώνει τις ηχογραφήσεις, τις πρόβες, τον εξοπλισμό του. Από κάπου θα πρέπει να παίρνει χρήματα. Γενικά πάντως όλη αυτή η παραγωγή ξεπερνάει κατά πολύ τα budgets που δίνουν εταιρείες στην Ελλάδα.

Κώστας: Και βέβαια τα προσωπικά μας budgets, αφού είναι DIY αυτό που κάναμε.

Γιώργος: Το αποτέλεσμα θα δείξει. Εμείς είμαστε ικανοποιημένοι από αυτό, μας εκφράζει απόλυτα αυτό που βγήκε τελικά, σ’αυτό το τετραγωνάκι το cd αυτό που ακούγεται και αυτό που βλέπεις.

Το artwork της δουλειάς αυτής είναι αρκετά ιδιαίτερο μιας και αποτελείται από μικρά και μεμονωμένα έργα τέχνης. Ήταν δική σας ιδέα;

Κώστας: Το συζητήσαμε μαζί με τον καλλιτέχνη (Ανδρέας Μητρόπουλος). Περάσαμε από διάφορα στάδια, διάφορες ιδέες, καταλήξαμε να θέσουμε κάποιες βάσεις για το πώς θα είναι και το αφήσαμε τελείως ελεύθερο στον άνθρωπο που το φιλοτέχνησε. Γνωρίζαμε έργα του, μας αρέσει η αισθητική του και κατάφερε να κάνει αυτό που θέλαμε. Είμαστε απόλυτα ικανοποιημένοι.

Μου έκαναν εντύπωση οι στίχοι. Θα αναφερθώ στο“refri”, που λέει“50 million years connecting with desire, if time was on my side I would cut the wire, (.) False directions built their puppet show”. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι οι στίχοι έχουν κοινωνικό-πολιτική χροιά. Εκτός από απλές σκέψεις και  εικόνες θέλετε να αφυπνήσετε προς αυτήν την κατεύθυνση, δεδομένου ότι στην μουσική σας βάζετε και μία punk σφραγίδα;

Κώστας: Σίγουρα εκφράζουμε μέσα από τους στίχους θέματα που απασχολούν τη σύγχρονη κοινωνία στην οποία και ζούμε. Επηρεαζόμαστε εκτός από την μουσική και από την καθημερινότητα. Οπότε σίγουρα υπάρχουν τέτοιες πινελιές.

Γιώργος: Κοινωνικο-πολιτικά είμαστε προβληματισμένοι σαν ενεργά μέλη της κοινωνίας. Αυτό είναι φυσιολογικό να έχει αντίκρυσμα και στους στίχους των τραγουδιών των Modrec. Αλλά από την άλλη δεν είναι και αυτοσκοπός. Είμαστε πολιτικοποιημένοι, αλλά δε θέλουμε μέσα από τους στίχους και την μουσική μας να οδηγήσουμε κάποιους προς τη δικιά μας ιδεολογία.

Κώστας: Μπορεί ο καθένας να περνάει τις απόψεις του, αλλά μέχρι εκεί. Το πώς το αντιλαμβάνεται αυτός που το ακούει είναι δικό του θέμα, επιλογή του. Δεν εκθιάζουμε κάτι συγκεκριμένο.

Η συνεργασία με τον Alex Newport (Samiam, System Of A Down, Sepultura, κλπ) πώς προέκυψε;

Κώστας: Ήμασταν σε φάση που ψάχναμε για κάποιον να κουμαντάρει αυτό το υλικό, να το μιξάρει. Στην αρχή ψάχναμε στους εγχώριους παραγωγούς. Είχαμε κάνει κάποιες επαφές που φαίνονταν αρκετά θετικές και είχαμε κάπωςκαταλήξει έχοντας πάρει το δρόμο τους τα πράγματα. Εκείνη την περίοδο υπήρχε κάποιο ελάχιστο περιθώριο μέχρι να αρχίσουν οι εργασίες και είπαμε σ’αυτό το περιθώριο να δοκιμάζουμε για το πείραμα να στείλουμε και σε παραγωγούς στο εξωτερικό κάποιο mail για να ακούσουν. Μαζευτήκαμε μαζί με τον Νίκο (Νίκος Αγκλούπας), στου οποίου το studio γράψαμε το album (Fab liquid studios) και μας βοηθάει σε τέτοια θέματα και στείλαμε κάποια mails. Υπήρχε άμεση ανταπόκριση και από μεγάλο αριθμό παραγωγών, ένας εκ των οποίων ήταν ο Alex Newport που μας είπε ότι έχει το χρόνο και τη θέληση να μιξάρει το υλικό. Από την άλλη μας αρέσουν οι δουλειές που έχει κάνει μέχρι τώρα, οπότε έτσι κανονίστηκε απλά και όμορφα. Δεν έγινε κάποια φοβερή διεργασία. Έκατσε απόλυτα φυσιολογικά. Βέβαια κάπου εδώ θα πρέπει να ευχαριστήσω τον Νίκο Ottomo Αγκλούπα, ο οποίος μας έχει βοηθήσει πολύ με την κυκλοφορία του cd και την Spinalonga Records, χωρίς τους οποίους θα ήταν διαφορετικό το όλο πράγμα.

Στο κομμάτι που ευχαριστείτε τον κόσμο που σας βοήθησε, τους φίλους κ. ά. ευχαριστείτε και τον Django Reinhardt. Θέλετε να κάνετε κάποιο παιχνίδι με τους αναγνώστες-ακροατές του cd ή λόγω θαυμασμού κάνατε αυτή την αναφορά στο πρόσωπο του Reinhardt;

Γιώργος: Αυτό κυρίως είναι ευχαριστήριο του Λάμπη. Ο  Django Reinhardt έπαιζε κιθάρα, είχε ένα ατύχημα στο αριστερό του χέρι, έμεινε τελικά να παίζει με 2 δάχτυλα. Ο Λάμπης από την άλλη είχε ένα ατύχημα με την μηχανή και έμεινε λίγο πίσω στην μελέτη και στο παίξιμο.

Κώστας: Εκείνη την περίοδο άκουγε πάρα πολύ Reinhardt. Είναι μία ιστορία Rocky Balboa. (γέλια) Πήρε δύναμη από τον Reinhardt. Βέβαια (ο Reinhardt) έχει γράψει και φοβερές μουσικές, εκτός δηλαδή από την τεχνική του στην κιθάρα και το πόσο τον έχουν θεοποιήσει οι κιθαρίστες και η μουσική του ήταν φοβερή, οπότε είναι προσωπικός ήρωας του Λάμπη.

Εκτός από τους Modrec έχετε και προσωπικά projects, τους Palindrom και τους Spectralfire. Αισθάνεσθε  την ανάγκη να διαφοροποιήστε ενίοτε από τους Modrec ή απλά χρησιμοποιείτε τις μουσικές σας ιδέες σε διάφορες φόρμες;

Κώστας: Επειδή τον περισσότερο χρόνο από τη ζωή μας τον έχουμε αφιερώσει στην μουσική, είναι και ανάγκη του καθενός να εκφράζεται με διάφορους τρόπους. Οι Modrec καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό.

Γιώργος: Είναι και πιο υγιές γιατί το να είσαι μονοδιάστατος δεν είναι και πολύ καλό τελικά. Οι Modrec σίγουρα καλύπτουν τις περισσότερες ανάγκες μας, όσον αφορά την μουσική, αλλά καλό είναι να κάνεις και άλλα πράγματα που σου αρέσουν.

Τι θα θέλατε σαν Modrec για την συνέχεια και τί να περιμένουμε εμείς;

Γιώργος: Η αλήθεια είναι ότι πλέον εκτός από συναυλίες που προγραμματίζουμε στην Αθήνα και γενικά σε διάφορες πόλεις, έχουμε αρχίσει ήδη να δουλεύουμε ιδέες και κομμάτια για το 2ο album.

Κώστας: Γενικά υπάρχει πολύ υλικό στα κεφάλια του καθενός, το οποίο δουλεύεται και θα βγεί λίγο πιο αβίαστα από τα πρώτα κομμάτια. Δηλαδή δε θα κάνουμε 8 χρόνια να ξαναβγάλουμε album , αυτό είναι σίγουρο! Δεν ξέρω αν θα στερέψει αυτή η πηγή, έχει ακόμα να δώσει πολύ υλικό. Είμαστε ακόμα στην αρχή και θα δούμε. Μουσική να παίζουμε. Αυτό είναι το βασικό.