Μέρες Αργίας” ονομάζεται το τραγούδι του συγκροτήματος “Διάφανα Κρίνα” το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο άλμπουμ του 1996 “Έγινε η απώλεια συνήθειά μας“.

Οι στίχοι του τραγουδιού είναι του Διονύση Καψάλη και είναι παρμένοι από την ομώνυμη συλλογή «Μέρες Αργίας» του 1995.

Συγκεκριμένα, η συλλογή αποτελείται από 15 σονέτα και αυτό που μελοποιήθηκε από τα Διάφανα Κρίνα είναι το σονέτο αριθμός ΙΧ.

Μέρες Αργίας

Ξέρω πως θα ‘ρθει και δεν θα’ μαι όπως είμαι,

να τον δεχτώ με το καλύτερο παλτό μου·

μήτε σκυμμένος στις σελίδες κάποιου τόμου,

εκεί που υψώνομαι να μάθω ότι κείμαι.

Δεν θα προσεύχομαι σε σύμπαν που θαμπώνει,

δεν θα ρωτήσω αναιδώς, που το κεντρί σου;

γονιός δεν θα ‘ναι να μου πει, σήκω και ντύσου,

καιρός να ζήσουμε, παιδί μου, ξημερώνει.

Θα ‘ρθει την ώρα που σπαράσσεται το φως μου,

κι εκλιπαρώ φανατικά λίγη γαλήνη,

θα ‘ρθει σαν πύρινο παράγγελμα που λύνει

όρους ζωής και την αδρή χαρά του κόσμου·

δεν θα μαζεύει ουρανό για να με πλύνει,

δεν θα κρατά βασιλικό ή φύλλα δυόσμου.

Το τραγούδι σε μια ακπληκτική ερμηνεία του Θάνου Ανεστόπουλου (Διάφανα Κρίνα):

Οι στίχοι εικάζεται ότι αναφέρονται στον θάνατο ή ακόμα και στην αυτοκτονία.

Εξάλλου ο ποιητής στο προηγούμενο σονέτο (VIII) αναφέρεται στον θάνατο:

Κάποτε γίνεται ο φόβος του θανάτου

ύπνος βαθύς και τον σκεπάζει Τειρεσίας·

σαν νυχτοφύλακας σε ώρα υπηρεσίας
που αποκοιμήθηκε στην άγρυπνη σκιά του.

Με μια πιο αισιόδοξη ματιά, πάντως, οι στίχοι θα μπορούσε να αναφέρονται και στον απρόσμενο – λυτρωτικό έρωτα (την ώρα που  “σπαράσσεται το φως μου” και “εκλιπαρώ φανατικά λίγη γαλήνη”).
Στο αμέσως επόμενο σονέτο αυτού που μελοποιήθηκε (X) γίνεται, πάντως, αναφορά και στην αγάπη.

Και πριν τα λόγια της αγάπης γίνουν σκόνη,
πώς μεσιτεύουν οι σιωπές κι αυτομολείς
στον ουρανό, που καθρεφτίζεται πολύς,
και στον αιθέρα που παρήγορα νυχτώνει.



Το βιβλίο:

Καψάλης, Διονύσης, 1952-. Μέρες αργίας / Διονύσης Καψάλης. – 1η έκδ. – Αθήνα : Άγρα, 1995. – 24σ. · 17×12εκ.

Πρόκειται για την ένατη ποιητική συλλογή του Διονύση Καψάλη με 15 σονέτα.

Μέρες αργές, και πιο αργές του Οκτωβρίου
αυτές οι μέρες που περνούν· επιβιώνω
μετά τον έρωτα, την ποίηση, τον πόνο,
με λίγες μόνο αμυχές πρότερου βίου.

 

 

{Πηγή}