Από το 1993 που ξεκίνησε παίζοντας με τους ‘Μέρες Οργής’, και τους ‘Ear’ που ήρθαν λίγο αργότερα (1997), μέχρι τους ‘MonDieu’ (1999), τους ‘Minnie Driver’ (2002) και τους ‘Sunday’ (2005), ο Κappa απέδειξε ότι αγαπάει την μουσική. Με γούστα που ξεκινούν από την ψυχεδέλεια των 60ς, περνάνε στο progressive των 70ς, αλλά δε σταματούν στο grunge των 90ς, η μουσική ήταν αδύνατον να μείνει εκτός συζήτησης!
Την αφορμή έδωσε η πρώτη ολοκληρωμένη κυκλοφορία του project Kappa με τίτλο “Sack of Dreams”. Ο Κώστας ή κατά κόσμο Kappa, αναφέρθηκε στα όνειρα, τις σκοτεινές πλευρές του, τις παλιές μουσικές συνθέσεις του. “Το ταξίδι απ’ την μουσική στο βίωμα και το αντίστροφο”, όπως γράφει ο ίδιος, αποτέλεσε τη βάση μίας συζήτησης ούτε folk, ουτε rock, ούτε και τόσο alternative.
– Το “Sack of Dreams” περιλαμβάνει και τραγούδια αρκετά παλιά, που είχες ήδη γράψει στο παρελθόν. Με ποιο σκεπτικό αποφάσισες να τα βγάλεις τώρα, όχι σαν ένα δίσκο που να περιλαμβάνει μόνο τα παλιά σου, αλλά στην ουσία σαν δίσκο κολλάζ παλιών και νέων σου δημιουργιών;
Για πολλούς λόγους. Καταρχήν, τα συγκεκριμένα κομμάτια υπάρχουν σαν demo, αφού τον καιρό που τα συνέθεσα τα είχα παράλληλα ηχογραφήσει. Σαν πρώτη κίνηση για το project αυτό, το Kappa, διάλεξα κάποια απ’ αυτά τα τραγούδια, που είχα παρατήσει, αλλά και τραγούδια από προηγούμενα σχήματα που είχα κάνει και που προσέδιδαν ένα άλλο ύφος σε σύγκριση με ό,τι είχα κάνει στο παρελθόν, μιλώντας πάντα μουσικά. Ένας βασικός λόγος επίσης είναι ότι τα συγκεκριμένα τραγούδια τα αγαπώ πολύ και ήθελα να κάνω κάτι μ’ αυτά. Έκανα μία λίστα λοιπόν, στο μυαλό μου, τα ξανάκουσα για να δω ποια ταιριάζουν μεταξύ τους, αλλά και ποια μιλούσανε πιο πολύ στην φάση που περνούσα όταν ηχογραφούσα το δίσκο.
– Είπες ότι χρησιμοποίησες αυτά τα τραγούδια γιατί θα σε βοηθούσαν στο ύφος που ήθελες να δώσεις στη συγκεκριμένη δουλειά. Υπήρχε δηλαδή εξ αρχής συγκεκριμένο concept γύρω απ’ το ύφος του δίσκου;
Όπως ανέφερα πριν, τα συγκεκριμένα κομμάτια, σε προηγούμενα σχήματα που είχα κάνει, κάτω από άλλα ονόματα, σαν γκρουπ, δεν παίζονταν όπως ήθελα, όσον αφορά στο στυλ της μουσικής, ξέφευγαν τελείως απ’ την αρχική, βασική ιδέα που πάντα προτιμούσα. Επειδή υπάρχουν πολλά κομμάτια στο ακουστικό ύφος, αυτό το project ήθελα να είναι μία αρχή για να ξεκαθαρίσω στο μυαλό μου, κατά κάποιο τρόπο, όλα αυτά τα demos που έχω γράψει κατά καιρούς και να τα βάλω σε μία σειρά, ώστε να υπάρξει μια μελλοντική συνέχεια σ’ αυτά που κάνω. Γιατί εκτός απ’ αυτόν το δίσκο, που έχεις στα χέρια σου, επεξεργάζομαι και κάποια άλλα πράγματα για μετά, καθώς και κάποια τραγούδια σε λίγο διαφορετικό ύφος. Ήδη ηχογραφώ κάποια κομμάτια, για ένα EP που θα ήθελα να είναι free download, και ίσως για κάποιο 7ιντσο δίσκο.
-Το πιο παλιό κομμάτι είναι του ’98. Κατά πόσο τέτοιες μουσικές σε αντιπροσωπεύουν τώρα, δεδομένου ότι αλλάζει ο άνθρωπος, μεγαλώνει και αναθεωρηθεί κάποιες προσωπικές του θέσεις;
Αυτά τα κομμάτια με αντιπροσωπεύουν πολύ ως άνθρωπο και ως τραγουδοποιό. Για παράδειγμα, το πρώτο κομμάτι, που ονομάζεται “Hopesong”, αντιπροσωπεύει όλη εκείνη την περίοδο της εφηβίας και της ανησυχίας μου, κι όλα αυτά που σκεφτόμουν τότε, το ’98. Παράλληλα όμως, και σαν κομμάτια και τα 10 που υπάρχουν μέσα στο δίσκο με αντιπροσωπεύουν σαν χαρακτήρα ακόμα. Είναι ας πούμε σαν προσωπικές αξίες.
– Μιλάμε για ‘καθαρά προσωπικά τραγούδια’, που κουβαλάνε πολλά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς σου, κι αν θες, της κοσμοθεωρίας σου. Ποια είναι η θέση των ονείρων μέσα στον μουσικό σου κόσμο, και τί είδους όνειρα αρέσκεσαι να εκφράζεις;
Το συγκεκριμένο concept πραγματεύεται τα όνειρα. Μιλάμε και για τα όνειρα που βάζουμε σαν άνθρωποι και σχετίζονται με το τί θα κάνουμε, αλλά επίσης, επειδή είναι παλιά τραγούδια, αντιπροσωπεύουν και τα όνειρα που είχα πιο μικρός. Αρέσκομαι λοιπόν στο να εκφράζω παλιά και νέα όνειρα αρκεί να ξέρω ότι έχουν καρδιά και ψυχή.
– Το τραγούδι “Sack of Dreams”, η νέα δημιουργία του άλμπουμ, αποτελεί πλοηγό της δουλειάς σου. Ποιο ήταν το concept της σύλληψής του;
Το “Sack of Dreams (Parts 1&2)” περιγράφει κατά κάποιον τρόπο όλο το concept του cd. Το συγκεκριμένο τραγούδι δανείζεται μουσικές, αλλά και στιχουργικές ιδέες από τα υπόλοιπα τραγούδια του δίσκου, οπότε αποτελεί, κατά μία έννοια, μία περίληψη ή μία κατακλείδα που αφορά στη συγκεκριμένη δουλειά.
– Υπάρχει μια αντίθεση ανάμεσα στο demo, που μου είχες δώσει, και στο cd, αλλά και στη θέση σου ‘τότε’ με ‘τώρα’. Τότε είχες αποφασίσει να κάνεις ένα lo-fi δισκάκι, κατά βάση ακουστικό, με κάποια πλήκτρα και εφέ, όπως μου είχες πει. Τώρα ακούμε κάτι εντελώς διαφορετικό, πάλι lo-fi, αλλά μακριά απ’ το ακουστικό concept. Τί μεσολάβησε και οδήγησε σ’ αυτή την αλλαγή;
Ο βασικός λόγος ήταν σίγουρα η συνεργασία μου με τον Νικόδημο Τριαρίδη, ο οποίος επιμελήθηκε το mix και το mastering. Τα demo που είχες ακούσει είχαν ακόμα πολύ δουλειά (δρόμο) στις ηχογραφήσεις και στα mix. Αρχικά, ηχογραφούσα στο Jam studio, όπου εκεί ηχογραφήθηκαν τα βασικά tracks. Η λεπτομερής δουλειά όμως, έγινε στο Run Devil Run studio, με μια πολύ καλή συνεργασία με τον Νικόδημο, ο οποίος “έφερε” αν θες, τα τραγούδια (αλλά πιο βασικά τα mix) εκεί που και οι δύο θέλαμε. Αυτό βέβαια, δεν μειώνει τη δουλειά που έγινε στο Jam με τον Χρήστο Κουτσοχρήστο, που είχε καθαρά δουλειά ηχολήπτη, κάτι που ήθελε και ο ίδιος.
– Υπάρχει άλλη μια αντίθεση που αφορά στη συμμετοχή σου, στο παρελθόν, ως μπασίστας, στους Cain. Πώς γίνεται από την ψυχεδέλεια των 60ς να τα σπας σε μία progressive metal μπάντα;
Είναι αυτό που λέγαμε τις προάλλες, ότι όλοι έχουμε και μία σκοτεινή πλευρά. Εμένα αυτή η σκοτεινή πλευρά εκφράστηκε μέσα απ’ αυτήν την μπάντα, όπου δεν έπαιζα δικές μου συνθέσεις. Ήμουν session μουσικός, όπως και ο Φώτης Τσακιρίδης στα drums. Στην αρχή άκουσα κάτι στα τραγούδια που μου άρεσε, γιατί εκτός από τις πιο “παλιές” και τις πιο alternative επιρροές που έχω, μ’ αρέσουν και τα δυνατά σχήματα των 90ς, όπως οι Faith No More, οι Alice in Chains. Οι επιρροές λοιπόν του Γιώργου Γαλανού, (www.myspace.com/georgecainmusic), που γράφει τα κομμάτια και τη σύνθεση πατάνε εκεί αρκετά, οπότε και μουσικά οι δρόμοι παραπέμπουν εκεί, αλλά και το progressive σαν στοιχείο μ’ αρέσει, γιατί ακούω αρκετά progressive 70ς. Μ’ αρέσει που μπορώ να εκφράσω και τις δύο πλευρές. Μέσα από δικιά μου μουσική δεν έχω καταφέρει να εκφράσω τη σκοτεινή τόσο πολύ. Αυτή τη στιγμή πρέπει να σου πω, ότι παίζω μπάσο σε μία άλλη μπάντα alternative, τους Room Gardener (www.myspace.com/roomgardener), στην οποία γράφουμε όλοι, με την Βένια (φωνή-κιθάρα) όμως και τον Βένη (κιθάρα) να δίνουν τις περισσότερες ιδέες/τραγούδια. Στην ίδια μπάντα στα drums έχουμε τον Στράτο, ο οποίος παίζει τύμπανα και στην live Kappa μπάντα, ενώ δύο απ’ τα τραγούδια του δίσκου “Sack of Dreams” τα έχουμε ηχογραφήσει μαζί του.
-Έχεις ακούσει τελευταία κάποιο δισκάκι ελληνικής εσοδείας που να σου έχει κάνει εντύπωση; Κι αν ναι ποιο είναι αυτό και γιατί;
Τον τελευταίο χρόνο έχω ακούσει αρκετά ελληνικά αγγλόφωνα άλμπουμς και τα περισσότερα δείχνουν ότι επιτέλους γίνεται, σιγά-σιγά, μια πιο σωστή κίνηση προς αυτό το ύφος μουσικής, που -με τα δεδομένα της χώρας μας- τώρα δημιουργείται. Κάποιο συγκεκριμένο δεν θα σου πω, γιατί μπορεί να αδικήσω πολλούς! Το σίγουρο είναι ότι αξίζουν την προσοχή σας!
– Το “Sack of Dreams” έχει δομηθεί πάνω στην αίσθηση αισιοδοξίας και παιδικότητας. Είσαι αισιόδοξος ως άνθρωπος και τί ρόλο παίζει η μουσική σου στο να παραμένεις στην ίδια συναισθηματική πλευρά;
Θα διαφωνήσω λίγο, γιατί ειλικρινά δεν είμαι και τόσο αισιόδοξος. Είμαι όμως όταν πιστεύω σε ανθρώπους ή σε μουσικές που αγαπάω. Ο ρόλος της μουσικής είναι τόσο μεγάλος για μένα, που πολλές φορές φέρνει και την επιβεβαίωση, ότι όταν θέλουμε, μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι έστω για 44 λεπτά και 35 δευτερόλεπτα σ’ αυτήν την παράξενη, αλλά και αιφνιδιαστικά όμορφη ζωή μας.