Τα «Ανάκαρα» ήταν ένα πρωτοποριακό και ξεχωριστό συγκρότημα για την εποχή του. Ήταν τρία νέα παιδιά από τη Βέροια που κατέβηκαν στην Αθήνα για να ασχοληθούν με αυτό που αγαπούσαν, τη μουσική. Στις αρχές του ΄70, ο Κώστας Γεωργίου, η Νάγια Γεωργίου και ο Μάκης Λιόλιος δημιούργησαν αυτό το γκρουπ και ερμήνευαν-διασκεύαζαν με έναν ιδιαίτερο τρόπο παραδοσιακά τραγούδια της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Τον Μάκη Λιόλιο κάποια στιγμή αντικατέστησε ο νεότατος τότε Νίκος Ζιώγαλας. Τα «Ανάκαρα» κράτησαν τρία χρόνια περίπου, αλλά άφησαν το στίγμα τους με τις επιτυχημένες εμφανίσεις τους στις μπουάτ της εποχής και σε συναυλίες στις οποίες συμμετείχαν.

Ηχογράφησαν μάλιστα και τέσσερα παραδοσιακά τραγούδια (Πού πας αφέντη μέρμηγκα, Δώδεκα μήνες στο στρατό, Φρόσω Ρίνα μου, Ένα κορίτσι απ’ τον Κολινδρό) για τον δίσκο της Lyra «Ωτοστόπ» (Πού πας αφέντη μέρμηγκα). Αυτός ο δίσκος ανήκει κατά 1/3 στα «Ανάκαρα» και κατά 2/3 στον τραγουδοποιό Θανάση Γκαϊφύλλια, ο οποίος ερμήνευε οχτώ τραγούδια. Τον συνοδεύουν μουσικοί από τους Socrates και τους Εξαδάκτυλος, όπως ο Γιάννης Σπάθας, ο Νίκος Πολίτης κ.ά. Και αυτό το γράφω γιατί υπάρχει μια λανθασμένη εντύπωση, πως δηλαδή τα «Ανάκαρα» ήταν το συγκρότημα του Θανάση Γκαϊφύλλια που τον συνοδεύει στην συγκεκριμένη ηχογράφηση. Είναι η πρώτη φορά που θα γραφτεί ολοκληρωμένα και σοβαρά η πραγματική ιστορία αυτού του συγκροτήματος! Και μάλιστα από τον άνθρωπο που ξεκίνησε ουσιαστικά όλη αυτή την ιστορία! Το «Ωτοστόπ» λοιπόν, ένας κλασικός πλέον δίσκος του ελληνικού rock, κυκλοφόρησε το 1971 και μέχρι σήμερα διατίθεται στην δισκογραφική αγορά και μάλιστα με σπουδαία πορεία στις πωλήσεις (σε σχέση πάντα με το είδος, αλλά και με την εποχή που κυκλοφόρησε). Παράλληλα τυπώθηκε και ένα σπάνιο 45άρι του συγκροτήματος με τον τίτλο “Ένα κορίτσι απ’ τον Κολινδρό”. Τα «Ανάκαρα» πολλά χρόνια μετά την διάλυσή τους και ίσως για πρώτη φορά και οι τέσσερις, θα συνυπάρξουν σε μια ηχογράφηση του 1996. Αυτή τη χρονιά κυκλοφορεί από την Lyra ο προσωπικός δίσκος του Νίκου Ζιώγαλα “Παλιοί Λογαριασμοί”. Σε δύο τραγούδια συμμετέχουν τα «Ανάκαρα», είναι το “Φρόσω Ρίνα μου”, σε νέα εκτέλεση βέβαια και το “Του Γάμου” όπου ο Νίκος Ζιώγαλας, το ερμηνεύει μαζί με τα «Ανάκαρα», τον Βασίλη Καζούλη και άλλους. Αυτή είναι η δισκογραφική παρουσία του συγκροτήματος. Τα «Ανάκαρα», εκείνα τα χρόνια, προσπαθούσαν να συνταιριάξουν στον ήχο τους, τα δημοτικά τραγούδια που είχαν στο αίμα τους, με τη rock μουσική που τότε ουσιαστικά ανακάλυπταν. Έκαναν έθνικ μουσική πολλά χρόνια πριν χρησιμοποιηθεί ο όρος αυτός στην Ελλάδα!
“Γύρω από τα «Ανάκαρα» έχω δει να γράφονται πολλές ανακρίβειες και καλό θα ήταν να γίνουν γνωστά κάποια πράγματα” γράφει ο μουσικός και δάσκαλος κ. Κώστας Γεωργίου. Μεγάλη χαρά που θα ακούσουμε αυτή την ιστορία από πρώτο χέρι…

Η ιστορία του συγκροτήματος «ΑΝΑΚΑΡΑ» έχει ως εξής:

Το ξεκίνημα
Το καλοκαίρι του 1971 η Μαρίζα Κωχ ξεκινάει σε μία ταράτσα στην οδό Μνησικλέους 16 στην Πλάκα μια μπουάτ, το «Μεταξύ μας» όπως την ονόμασε, με δικό της σχήμα. Η Μαρίζα, φίλη της αδελφής μου Νάγιας, της πρότεινε να τραγουδήσει στο «Μεταξύ μας» και εμένα να παίξω μπάσο, στην ορχήστρα της. Εγώ της αντιπρότεινα να έρθει και ένας φίλος από τη Βέροια, ο Μάκης Λιόλιος και να τραγουδήσουμε διασκευασμένα  παραδοσιακά βεροιώτικα τραγούδια, κάτι που θα ταίριαζε απόλυτα και με το δικό της πρόγραμμα. Της έπαιξα τα τραγούδια, και το δέχτηκε με ευχαρίστηση, γιατί της άρεσαν πολύ, όπως της άρεσε και η ιδέα. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια των προβών που κάναμε με το Μάκη στο σπίτι της αδελφής μου, τραγούδησε μαζί μας η Νάγια και μας άρεσε η ιδέα ενός φωνητικού τρίο (του τύπου Peter Paul and Mary;!) αλλά βέβαια με τα τραγούδια που προανέφερα… Εκείνη την εποχή μας φιλοξενούσε η Νάγια, γιατί η μόνιμη κατοικία μας ήταν στη Βέροια (η δικιά μου και του Μάκη). Η αρχή λοιπόν έγινε, το υλικό υπήρχε, η διάθεση και ο ενθουσιασμός επίσης, δεν έμενε παρά μόνο η ονομασία του συγκροτήματος.

Η ονομασία
Επειδή το συγκρότημα ήταν φωνητικό στην ουσία, δυο κιθάρες και τρεις φωνές, σκέφτηκα να το ονομάσουμε «Ανάκαρα» γιατί ανάκαρα ήξερα τότε ότι είναι τα πνευστά λαϊκά όργανα και σαν τέτοια, κατά προέκταση, θα μπορούσαν να θεωρηθούν και οι φωνές μας. Και τη στιγμή που θα τραγουδούσαμε λαϊκά τραγούδια ( με την έννοια των παραδοσιακών ) ταίριαζε απόλυτα . Επιπλέον, η λέξη ανάκαρα σαν άκουσμα, ήταν εύηχη και πρωτότυπη. Άρεσε και στο Μάκη και τη Νάγια, οπότε ήμαστε έτοιμοι και με το όνομα.

Τα τραγούδια
Τα τραγούδια ήταν πρωτόλεια  και χρειαζόντουσαν επεξεργασία. Έπιασα την κιθάρα μου,  έβαλα σ΄ αυτά αρμονίες (δηλ. τις συγχορδίες) και τις μελωδικές γραμμές για τις φωνές, τα δοκιμάσαμε και ήμαστε έτοιμοι. Η διασκευή αυτή βέβαια δεν ήταν με τον παραδοσιακό τρόπο των δημοτικών τραγουδιών, αλλά με ένα καινούργιο πνεύμα επηρεασμένο από τα ροκ ακούσματα της εποχής. Και όλα αυτά μαζί αποτέλεσαν ένα κράμα πρωτοποριακό για την εποχή που μιλάμε.

Η πρόταση για τη δισκογραφία
Στο «Μεταξύ μας» μας περίμενε η έκπληξη και ένα γλυκό ξάφνιασμα… Είχαμε προτάσεις από δύο δισκογραφικές εταιρίες. Μας κατέλαβε εξ’  απροόπτου γιατί ήταν αδύνατον να φανταστούμε ότι έτσι εύκολα και τόσο γρήγορα θα είχαμε τέτοια αναγνώριση. Άλλοι προσπαθούσαν χρόνια για κάτι τέτοιο.
Επιλέξαμε την πρόταση της Λύρας, του Αλέξανδρου Πατσιφά, γιατί δε μας δέσμευε. Το συμβόλαιό μας θα ήταν μόνο για τέσσερα τραγούδια.
Προέκυψε όμως το εξής θέμα. Όπως είπα και προηγουμένως, εγώ στο μουσικό επιτελείο του «Μεταξύ μας» ξεκίνησα σαν μπασίστας της ορχήστρας που θα συνόδευε τη Μαρίζα και θα συνόδευα επίσης με την κιθάρα μου και την αδελφή μου, που και αυτή θα συμμετείχε σαν σόλο τραγουδίστρια. Τα  «Ανάκαρα» προέκυψαν στη συνέχεια επειδή ήθελα πολύ να παρουσιάσουμε με το Μάκη αυτά τα τραγούδια. Δεν κάναμε κάτι που το βλέπαμε με προοπτική. Εξ άλλου εν μέσω δικτατορίας (που χρησιμοποιούσε το δημοτικό τραγούδι για το δικό της  καμουφλάζ  πίσω από «Ελληνορθόδοξες» κορώνες) τι μέλλον θα μπορούσαν να έχουν κάποια παραδοσιακά τραγούδια που τα τραγουδούσαν, με το συγκεκριμένο τρόπο, παιδιά με μακριά μαλλιά και ροκ επιρροές; Ο νέος και προοδευτικός κόσμος είχε συνδέσει το δημοτικό τραγούδι με τη δικτατορία και γι’ αυτό ό,τι ήταν δεμένο μαζί του τού προκαλούσε αντιπάθεια.
Οι υπόλοιποι αν ήθελαν να ακούσουν δημοτικό τραγούδι δε θα άκουγαν τα «Ανάκαρα», θα πήγαιναν σε μαγαζιά που έπαιζαν δημοτικές ορχήστρες.
Τη συνέχεια την έδωσε το πρωτοποριακό του εγχειρήματος (όπως  αποδείχτηκε εκ των υστέρων) και βέβαια οι προτάσεις για δισκογραφία. Χωρίς αυτές τις προτάσεις νομίζω ότι με το τέλος του καλοκαιριού θα σταματούσαν να υφίστανται και τα «Ανάκαρα». Ο Μάκης θα επέστρεφε στη Θεσσαλονίκη, να συνεχίσει την Ανωτάτη Βιομηχανική που σπούδαζε και που τον περίμενε και η Αθηνά με την οποία κατόπιν παντρεύτηκαν. Εγώ είχα μια πρόταση από τη Δέσποινα Γλέζου να παίξω μπάσο μαζί της στο ¨Ελατήριο¨ της οδού Χέυδεν όπου θα συμμετείχε σε ένα σχήμα με τους ¨POLL” που τότε ξεκινούσαν. Στο σχήμα αυτό προστέθηκαν και τα  «Ανάκαρα» μετά από δική μου πρόταση, σαν προϋπόθεση να παίξω μπάσο με τη Δέσποινα…

Η αντικατάσταση του Μάκη από το Νίκο
Το θέμα λοιπόν που προέκυψε, για να επανέλθω μετά από αυτή τη μεγάλη παρένθεση που έκανα, ήταν το εξής: Εάν ηχογραφούσαμε τα τραγούδια με τη φωνή του Μάκη, φεύγοντας ο Μάκης πώς θα τα υποστηρίζαμε; Μιλάμε για την τηλεόραση που τότε ήταν νέα στην Ελλάδα. Με τη φωνή του Μάκη και το πρόσωπο κάποιου άλλου; Ήταν θέμα που τέθηκε από τον Πατσιφά. Έγραψα λοιπόν του Νίκου με τον οποίο συμμετείχαμε σε ένα συγκρότημα στη Βέροια, τους  “Spiders”. Ο Νίκος τραγουδούσε σ’ αυτό το συγκρότημα, εγώ έπαιζα αρμόνιο και τραγουδούσα. Ο Νίκος τότε ήταν πολύ μικρός, ούτε το γυμνάσιο δεν είχε τελειώσει ακόμη και εκτός του ότι είχε μια πολύ ωραία φωνή δεν ήξερε να παίζει κάποιο όργανο. Επειδή ούτε η Νάγια ήξερε κάποιο όργανο και εγώ μόλις πριν από τρία-τέσσερα χρόνια είχα πιάσει κιθάρα στα χέρια μου, δεν αισθανόμουν ότι μόνο με μια κιθάρα θα μπορούσε να υπάρχει μια καλή συνέχεια. Έγραψα λοιπόν του Νίκου για όλα αυτά: τα «Ανάκαρα», την πρόταση της «Λύρα» και τα μελλοντικά σχέδια.
Του πρότεινα αν ήθελε και μπορούσε, να έρθει στην Αθήνα για να αντικαταστήσει το Μάκη που θα έφευγε. Μοναδική προϋπόθεση να μάθει κιθάρα, θα του έδειχνα εγώ. Ο χρόνος ήταν λίγος, το καλοκαίρι τελείωνε γρήγορα, ήδη είχε περάσει το μισό. Αρχικά μπορούσε να παίζει κάποια κρουστά για να γεμίζει ο ήχος, μέχρι να είναι έτοιμος να βγει με την κιθάρα.

Το «Ελατήριο»
Ο Νίκος το δέχτηκε με ενθουσιασμό, οι γονείς του δεν είχαν αντίρρηση γνωρίζοντας ότι θα είναι μαζί μου (το γυμνάσιο θα το τελείωνε στην Αθήνα) και έτσι ξεκινήσαμε τις πρόβες πριν τελειώσει το καλοκαίρι. Ηχογραφήσαμε τα τέσσερα τραγούδια που ανέφερα προηγουμένως για λογαριασμό της “Λύρα” και ο χειμώνας μάς βρήκε να παίζουμε στο ¨Ελατήριο¨ μαζί με τους ¨POLL”, το Γιάννη Κιουρτσόγλου – πρώην μέλος των ΠΕΛΟΜΑ ΜΠΟΚΙΟΥ – και τη Δέσποινα Γλέζου, με την οποία έπαιζα και εγώ μπάσο. Κιθάρα έπαιζε η ίδια και ντραμς ο Κώστας Παπαϊωάννου, δηλαδή ο ντράμερ των  ¨POLL”. Μιλάμε τώρα για το χειμώνα του ’71 προς ’72.

Το «Μεταξύ μας»
Το καλοκαίρι του ’71 ήταν η αρχή και θα ήθελα να σταθώ λίγο παραπάνω εδώ. Ήταν η πρώτη μου επαφή με τη μουσική σκηνή της Αθήνας και τους ανθρώπους της. Η πρώτη μου επαφή εκτός της Μαρίζας, ήταν με αυτόν που είχε αναλάβει το στήσιμο της ορχήστρας, ο οποίος σε άλλη περίπτωση θα ονομάζονταν «μαέστρος». Εδώ, στην πρόσκληση που τυπώθηκε για το «Μεταξύ μας», ξέχασαν να γράψουν και το όνομά του έστω και σαν απλό μέλος της ορχήστρας!!! Τόσο χαμηλών τόνων ήτανε, αν και εξαιρετικά ταλαντούχος μουσικός, ούτε που έδωσε σημασία. Αυτό το διαπιστώνω και εγώ εκ των υστέρων, βλέποντας μια παλιά πρόσκληση από την οποία έλειπε το όνομά του. Αυτός ο μουσικός  λοιπόν ήταν ο Άρης Τασούλης. Οργανίστας στα «Μπουρμπούλια» του Δ. Σαββόπουλου που τον προηγούμενο χειμώνα μαζί με τη Μαρίζα και τους «Διόσκουρους» εμφανίζονταν στο «Ροντέο» της οδού Χέυδεν. Την ορχήστρα συμπλήρωναν ο Μπάμπης Μαραγκός στην κιθάρα, ο Λάκης Αρτόπουλος στα τύμπανα και εγώ στο ηλεκτρικό μπάσο. Επίσης ήταν και ο Κώστας Παλαιολόγου που έπαιζε σαντούρι, πολύ καλός μουσικός μιας άλλης γενιάς, γι’ αυτό και τον αναφέρω ξεχωριστά.

Το πρόγραμμα του «Μεταξύ μας» εκτός της Μαρίζας συμπλήρωναν:
Ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας , ένας δυναμικός νέος με πολύ ενέργεια μέσα του, φωνή καμπάνα, που με την κιθάρα του έδινε ένα δυναμικό παρόν. Ήταν δε τόσο το πάθος με το οποίο έπαιζε, που δεν υπήρχε μέρα που να μη σπάσει έστω και μια χορδή της κιθάρας του!
Οι «Διόσκουροι», ένα ντουέτο, που όπως είπα και προηγουμένως εμφανίζονταν στο «Ροντέο» τον προηγούμενο χειμώνα, με το Σαββόπουλο και τη Μαρίζα. Το αποτελούσαν ο Βασίλης Ζαρούλιας που έπαιζε κιθάρα (δωδεκάχορδη αν θυμάμαι καλά ) και ταυτόχρονα φυσαρμόνικα σε στυλ Dylan και ο Βαγγέλης Γερμανός, μια παρουσία ιδιαίτερη, με το μακρύ, ξανθό, ίσιο μαλλί του (εξ ου και το ψευδώνυμο Γερμανός φαντάζομαι) που έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε. Η φωνή του με είχε εντυπωσιάσει γιατί ανέβαινε ψηλά χωρίς να ζορίζεται, έτσι απαλά και ζεστά. Έπαιζαν  Donovan, Dylan κ.λπ. και οι φωνές τους έδεναν πολύ ωραία.
Η Ελένη Νασιάκου, η οποία τραγουδούσε νησιώτικα τραγούδια.
Η Δώρα Σιδέρη, αν θυμάμαι καλά κοριτσάκι 16 χρονών τότε, τραγουδούσε κατά κύριο λόγο Μάνο Χατζιδάκι.
Και τα  «Ανάκαρα» που ξεκίνησαν όπως περιγράφω παραπάνω.
Αργότερα προστέθηκε στο σχήμα και η Μαρία Δημητριάδη, η οποία ήδη εκτός από το «Ένα πρωινό» του Ξαρχάκου είχε στο ενεργητικό της, το «Ήλιος ο Πρώτος», δουλειά του Γιάννη Μαρκόπουλου πάνω σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη και συμμετείχε στο «Χρονικό», πάλι του Μαρκόπουλου σε στίχους Κ. Χ. Μύρη (Κώστα Γεωργουσόπουλου).
Η Μαίρη μόλις είχε επιστρέψει από το εξωτερικό όπου συμμετείχε στις συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη. Προφανώς αυτός ήταν και ο λόγος που, απ’ ότι μου είπε με παράπονο, τη ζητούσαν για κάποιες εμφανίσεις και από την εταιρία της έλεγαν ότι δεν εμφανίζεται γιατί δε βλέπεται!!! Πόσο άδικο για μια νέα κοπέλα με τη δροσιά και τη φρεσκάδα της Μαίρης, που οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να ειπωθεί, εκτός από αυτό. Μη ξεχνάμε όμως, ότι μιλάμε για το 1971.
Πέρασαν και άλλοι αξιόλογοι καλλιτέχνες από αυτό το χώρο, όπως ο Γιώργος Ζωγράφος, ο Χρήστος Λεττονός, ο Γιάννης Γλέζος, ο Νικόλας Άσιμος,
αλλά επειδή παίξαμε δυο τρία καλοκαίρια εκεί δε μπορώ να σου πω με σιγουριά το πότε.

Ζουμ – Δον Κιχώτες – 5η Εποχή – Ελατήριο

Ακολούθησαν εκτός από το «Μεταξύ μας» και το «Ελατήριο» της πλατείας Βικτωρίας για τα οποία μίλησα προηγουμένως, το «Ζουμ» στην Πλάκα, με τη Μαρίζα Κωχ και την Αρλέτα που τη συνόδευε ο Θάνος Μικρούτσικος στο πιάνο (χειμώνας ’72) και οι «Δον Κιχώτες» όπως μετονομάστηκε η «Αυλαία», κι αυτό μαγαζί της Πλάκας (χειμώνας ’72 προς ’73).
Στους  «Δον Κιχώτες»  εκτός από τα «Ανάκαρα»  τραγουδούσαν η Μαρίζα Κωχ, η Μαρία Δημητριάδη και οι «Α+Β», δηλαδή ο Αχιλλέας Περσίδης και ο Βασίλης Ρακόπουλος. Επίσης συμμετείχαν και δύο νέοι συνθέτες, ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Μιχάλης Γρηγορίου. Ήταν ένα εξαιρετικό πρόγραμμα και όλοι οι προαναφερθέντες καλλιτέχνες με ιδιαίτερο ταλέντο.
Κάπου εδώ για ένα διάστημα, νομίζω πως ήτανε στο  «Ζουμ», τη  Νάγια αντικατέστησε η Ελένη Νασιάκου, αλλά για λίγο. Στην επόμενη σεζόν η Νάγια ήταν και πάλι μαζί μας.
Μεταξύ όλων αυτών υπήρχαν συναυλίες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας με τη Μαρίζα, καθώς επίσης μουσικά πρωινά σε κινηματογράφους της Αθήνας, με διάφορα συγκροτήματα της εποχής. Το καλοκαίρι του ’73 ήμαστε με το Θανάση Γκαϊφύλλια και το Γιώργο Ζωγράφο στην ταράτσα της οδού Μνησικλέους στην Πλάκα που από «Μεταξύ μας» είχε μετονομαστεί σε «5η εποχή».
Αμέσως μετά, για τη χειμερινή σεζόν πήγαμε και πάλι στο «Ελατήριο» όπου μας βρήκαν, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και έχω συνδέσει αυτά τα δύο με έντονες αναμνήσεις. Στο «σχήμα» του «Ελατηρίου» εκτός από εμάς (τα Ανάκαρα) συμμετείχαν:
Ο Robert Williams (από τους “Poll” που ο καθένας τους πια ακολουθούσε σόλο καριέρα).
Ο Νώε (Κώστας ……..) με το συγκρότημά του.
Η Μαριάντζελα.
Και το συγκρότημα «Φως».
Η τελευταία μας εμφάνιση πρέπει να ήταν σε ένα μαγαζί της Θεσσαλονίκης, τις «Αναμνήσεις», για ένα δεκαήμερο, με τη Μαρίζα Κωχ πάλι και τους  «Ηρακλή και Λερναία Ύδρα». Ήταν αρχές του ’74. Ίσως να ακολούθησαν και κάποιες συναυλίες αλλά δε θυμάμαι καλά.
Τον Απρίλιο του ’74 πήγα στο στρατό να υπηρετήσω τη θητεία μου, οπότε και διαλύθηκε το συγκρότημα.

Δισκογραφίας συνέχεια

Μετά την επιτυχία που είχε η πρώτη μας επαφή με τη δισκογραφία, παρόλο που δε μπορέσαμε να την υποστηρίξουμε για λόγους που δεν είναι του παρόντος, είχαμε προτάσεις για συνέχεια… Η απόφασή μας ήταν να υπογράψουμε με τη «Minos», όμως αποδείχτηκε πως κάναμε λάθος.  Ετοιμάσαμε τα τραγούδια και μπήκαμε στο στούντιο. Στην Κολούμπια. Η φιλοσοφία της ενορχήστρωσης ήταν διαφορετική αυτή τη φορά. Δυναμικός ήχος και ενορχήστρωση που ξέφευγε από το παραδοσιακό. Ταίριαζε απόλυτα με τα τραγούδια που ήταν πολύ προσεκτικά διαλεγμένα για να δένουν με το ροκ ήχο που θέλαμε. Μιλάμε πάντοτε για παραδοσιακά τραγούδια. Γράψαμε τις βάσεις και το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Γιώργος Φιλιππίδης στο μπάσο, Γιώργος Τσουπάκης στα τύμπανα, Άρης Τασούλης πλήκτρα και διεύθυνση ορχήστρας και εγώ κιθάρα. Επίσης είχα κάνει τη διασκευή και την ενορχήστρωση των τραγουδιών. Σταμάτησε εκεί, ο Αχιλλέας Θεοφίλου που ήταν ο παραγωγός θα ξέρει καλύτερα το γιατί… Δεν ξέρω αν θα είχε καλή υποδοχή από τον κόσμο, ίσως να ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του, αλλά σίγουρα σήμερα θα μιλούσανε γι’ αυτή τη δουλειά. Είναι κρίμα γιατί ούτε μια πρόχειρη κασέτα δε σώθηκε από εκείνη την ηχογράφηση!

Μετά τα «Ανάκαρα»
Αθήνα
Τον Απρίλιο του ’74 παρουσιάζομαι στο στρατό και το συγκρότημα διαλύεται. Επειδή μεσολάβησαν τα γεγονότα στην Κύπρο, η θητεία μου στο στρατό ήταν πολύ μακριά. Απολύθηκα μετά από τριάντα μήνες, τον Οκτώβριο του 1976!
Τότε ξεκινούσε ο Σαββόπουλος να παρουσιάσει μια καινούρια δουλειά στο «Ρήγα» της Πλάκας. Ήταν μια μουσικοθεατρική παράσταση βασισμένη στους «Αχαρνής» του Αριστοφάνη ή αλλιώς «Ο Αριστοφάνης που γύρισε από τα θυμαράκια». Επίσης, στο πρώτο μέρος του προγράμματος παρουσίαζε τα τραγούδια που είχε γράψει για την ταινία του Παντελή Βούλγαρη  «Happy day», τραγούδια από τα «Δέκα χρόνια κομμάτια» και μέρος της «Ρεζέρβας».
Με το Διονύση είχαμε γνωριστεί από την εποχή των «Ανάκαρα». Έτσι μόλις απολύθηκα ξεκίνησα πρόβες για την παράσταση που στην αρχή ήταν προγραμματισμένη για σαράντα μόνο ημέρες. Συμμετείχα ως καρβουνιάρης στους «Αχαρνής», στη χορωδία του «Happy day» και έπαιζα κιθάρα στα «Δέκα χρόνια κομμάτια». Ήταν ένας σταθμός στη μουσική μου πορεία, μια παράσταση μαγευτική και θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που συμμετείχα και έζησα όλη αυτή τη μαγεία. Οι «Αχαρνής» θεωρούνται από τις καλύτερες στιγμές της ελληνικής δισκογραφίας. Η σχέση δε που αναπτύξαμε όλα τα παιδιά και ο Διονύσης ήταν εξαιρετική. Εδώ θέλω να πω και κάτι που είναι ενδεικτικό του μεταξύ μας κλίματος και που κατά κύριο λόγο ευθύνεται ο Σαββόπουλος. Τις συναυλίες που ακολούθησαν μετά τις παραστάσεις στο «Ρήγα» τις οργανώσαμε μόνοι μας. Ο Παπάζογλου της Θεσσαλονίκης, ο Ρασούλης της Κρήτης, εγώ με το Ζιώγαλα της Βέροιας κ.λπ. Τα δε καθαρά έσοδα των παραστάσεων τα μοιράζαμε σε δέκα επτά ίσα μέρη. Τόσοι ήμαστε ο φωτιστής, οι μουσικοί, οι τραγουδιστές και ο Διονύσης. Έπαιρνε δηλαδή ο Σαββόπουλος ακριβώς όσα έπαιρνε και ο καθένας από εμάς. Και είναι απόλυτα ακριβές αυτό γιατί εμείς τον πληρώναμε που είχαμε και την ευθύνη των παραστάσεων. Μη μου πεις πως το έχεις ξαναδεί αυτό!!!

Στη συνέχεια είχα διάφορες συνεργασίες, ως κιθαρίστας κυρίως. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ ως πιο σημαντικές, προσπαθώντας να τις αναφέρω κατά χρονολογική σειρά. Με το Λουκιανό Κηλαϊδόνη στο Κ.Θ.Β.Ε. και στο Εθνικό θέατρο, το Γιάννη Μαρκόπουλο σε συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, μια μακριά συνεργασία με τη Μαρία Δημητριάδη που και αυτή θα μπορούσα να τη χαρακτηρίσω σταθμό, το Θάνο Μικρούτσικο, την Ελένη Βιτάλη, το Λάκη Χαλκιά και πολλούς άλλους «μικρούς» και «μεγάλους». Να μη σε κουράσω τώρα με ονόματα μουσικών, τραγουδιστών και ηθοποιών.
Στο μόνο που θα σταθώ, γιατί πρόκειται για έναν ακόμη σταθμό, είναι η μακρόχρονη συνεργασία μου με την Ευγενία Συριώτη, που εκτός από συναυλίες, κάναμε αρκετές σειρές στην τηλεόραση με τραγούδια απ’ όλο τον κόσμο, καθώς και ένα δίσκο. Εγώ εδώ, εκτός του ότι έπαιζα ό,τι όργανο μπορούσα για να καλύψω τις ενορχηστρωτικές ανάγκες των τραγουδιών, που ήταν διαφορετικές κάθε φορά, μιας και τα τραγούδια ήταν από διαφορετική χώρα, έκανα τη διασκευή και ενορχήστρωση των τραγουδιών, καθώς επίσης και την ηχογράφησή τους. Ίσως αυτή με την Ευγενία, είναι και η μοναδική φιλία που παραμένει ενεργή από τότε!

Βέροια
Το  1989 ήρθε η μεγάλη απόφαση να μετακομίσω. Αυτή τη χρονιά πατάω με το ένα πόδι στην Αθήνα και το άλλο στη Βέροια. Τρίτη με Παρασκευή στη Βέροια, Παρασκευή απόγευμα με Δευτέρα βράδυ στην Αθήνα. Στην Αθήνα πηγαίνω για τις πρόβες και τα γυρίσματα των εκπομπών που έχουμε ξεκινήσει με την Ευγενία. Στη Βέροια εργάζομαι σε σχολεία σαν μουσικός, στα νέα προγράμματα δοκιμαστικής εφαρμογής που εισάγονται για πρώτη φορά με το μάθημα της μουσικής. Παράλληλα δουλεύω τα τραγούδια που θα μαγνητοσκοπήσουμε στην Αθήνα. Την επόμενη χρονιά, μετακομίζω οριστικά στη Βέροια και οργανώνω τη ζωή μου εκεί.
Στη Βέροια δημιουργώ ένα στούντιο ηχογραφήσεων και προλαβαίνω να κάνω μερικές παραγωγές πριν διοριστώ ως δάσκαλος στον Ασπρόπυργο Αττικής. Η υπόθεση “στούντιο” τελειώνει εδώ, αν και την επόμενη χρονιά επιστρέφω ξανά στη Βέροια όπου ζω και εργάζομαι στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση μέχρι σήμερα. Εδώ έχω συνεργαστεί αρκετές φορές με το Δημοτικό Περιφεριακό Θέατρο Βέροιας, γράφοντας τη μουσική για παραστάσεις της παιδικής σκηνής, αλλά και της κεντρικής. Η τελευταία μου συνεργασία ήταν πριν από δύο χρόνια . Στους «Βατράχους» του Αριστοφάνη, διασκευή που έκανε για παιδιά, κατά παραγγελία του ΔΗ. ΠΕ. ΘΕ. Βέροιας, ο Γιάννης Καλατζόπουλος, σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Γωνιάδη. Μια εξαιρετική διασκευή με σεβασμό στο πνεύμα του Αριστοφάνη, προσαρμοσμένη για παιδιά της σύγχρονης εποχής. Θέλω να πω εδώ για το Γιάννη, που τον γνώρισα εκ των υστέρων, ότι εκτός από αυτό που ξέρουμε όλοι μας, είναι ίσως ο τελευταίος «ευγενής» άνθρωπος που γνώρισα, με όλη τη σημασία που μπορεί να έχει αυτή η λέξη.

Η Νάγια Γεωργίου
Η αδελφή μου Νάγια είναι καθηγήτρια φωνητικής, ορθοφωνίας και τραγουδιού. Διευθύντρια του «Κέντρου Φωνητικής Αγωγής – ΝΑΓΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ» που ίδρυσε το 1992 στην Αθήνα και το διατήρησε μέχρι το 2006. Τη χρονιά δηλαδή που μετακόμισε και αυτή στη Βέροια. Διδάσκει από το 1978 και υπήρξε πρωτοπόρος στη διάδοση της Ορθοφωνίας στο ευρύ Ελληνικό κοινό. Οργάνωσε την Ορθοφωνία σε τάξεις και ανέπτυξε μέθοδο για ενήλικες και για παιδιά. Το «Κέντρο Φωνητικής Αγωγής – ΝΑΓΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ», ήταν το πρώτο και μοναδικό Κέντρο Ορθοφωνίας, όπου εκπαιδεύονταν δάσκαλοι Ορθοφωνίας και οι σπουδαστές μάθαιναν να προφέρουν και να αρθρώνουν σωστά την Ελληνική γλώσσα, να έχουν ποιότητα στη χροιά της φωνής τους, ζωντάνια στο λόγο τους και να αποφεύγουν τις φωνασθένειες.

Έγραψε μέθοδο φωνητικής και ορθοφωνίας που αποτελείται από δύο τόμους και δύο ψηφιακούς δίσκους. Η μέθοδος διδάσκεται στο τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στο τμήμα θεάτρου της σχολής καλών τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Ηρακλείου Κρήτης και από φέτος στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Σχολή Ιωαννίνων.
Στο βιβλίο μουσικής της έκτης δημοτικού, το  κεφάλαιο 3: «Φωνή, η δική σου ταυτότητα», είναι από αυτή τη μέθοδο!

Ο Μάκης Λιόλιος
Ο Μάκης μετά την περίοδο συμμετοχής στα ΑΝΑΚΑΡΑ, εγκαταλείπει την επαγγελματική καριέρα στο χώρο της μουσικής και ασχολείται με αλλότρια.
Ενδιάμεσα συνεχίζει να ασχολείται με τη μουσική (σπουδάζει βυζαντινή μουσική), κάνει μικρές ατομικές συναυλίες και ηχογραφεί μερικά τραγούδια φίλων.
Σήμερα, ετοιμάζεται να συνταξιοδοτηθεί σαν οικονομολόγος και να αρχίσει μια καριέρα σωματοψυχοπαιδαγωγού αξιοποιώντας τις σπουδές που έχει κάνει τα τελευταία 4 χρόνια σε αυτόν το χώρο. Σε κάθε μουσική ευκαιρία δηλώνει παρών.

Αυτά τα σημαντικά κατέθεσε ο Κώστας Γεωργίου και πραγματικά, τον ευχαριστούμε. Όσο για το Νίκο Ζιώγαλα λίγο πολύ τα πράγματα είναι γνωστά. Τα «Ανάκαρα», όπως μου είχε πει σε παλαιότερη συνέντευξη που κάναμε, ήταν ο πρώτος μεγάλος σταθμός της καλλιτεχνικής του πορείας. Τα επόμενα χρόνια θα συνεργαστεί με πολλούς δημιουργούς και τραγουδιστές, θα κάνει δέκα προσωπικούς δίσκους (με πρώτο το ¨Τζάμπο¨ του 1985). Και συνεχίζει μέχρι σήμερα, με το ίδιο πάθος, να κάνει εμφανίσεις.

Οι φωτογραφίες και τα δημοσιεύματα του τύπου είναι από το προσωπικό αρχείο του κ. Κώστα Γεωργίου
http://www.youtube.com/user/KOSTASV89

Κείμενο του Θεοδόση Βαφειάδη – Αναδημοσίευση από το e-orfeas.gr ( http://www.e-orfeas.gr/tributes/2557-article.html )